Όταν οι γονείς γίνονται… έφηβοι: Η εξάρτηση που έχουν στα social media

Πριν από λίγα χρόνια, οι έφηβοι κατηγορούνταν για την υπερβολική χρήση των κινητών τους, για τις selfies, τα stories, τα reels και την ατελείωτη περιήγηση στα social media. Σήμερα, παρατηρούμε μια παράδοξη αντιστροφή. Ολο και περισσότεροι γονείς, άνθρωποι 40, 50 ή και 60 ετών, φαίνεται να έχουν «κολλήσει» με το κινητό τους περισσότερο και από τα ίδια τους τα παιδιά. Και αν παλιότερα ανησυχούσαν για την υπερβολική ενασχόληση των παιδιών τους με τις οθόνες, τώρα οι ίδιοι μετατρέπονται σε παραδείγματα προς… αποφυγήν.

Το φαινόμενο είναι πλέον έντονο και ενοχλητικά εμφανές. Παρακολουθώντας μια θεατρική παράσταση ή μια συναυλία, συχνά διαπιστώνει κανείς πως ένα μεγάλο ποσοστό των παρευρισκομένων –και ιδίως των μεγαλύτερων σε ηλικία– έχει στραμμένη την προσοχή όχι στη σκηνή, αλλά στην οθόνη του κινητού. Κανονισμοί που απαγορεύουν τη βιντεοσκόπηση αγνοούνται επιδεικτικά. Η μαγεία της στιγμής χάνεται, καθώς δεκάδες χέρια υψώνονται για να καταγράψουν βίντεο ή να απαθανατίσουν με φωτογραφίες κάτι που –υποτίθεται– θα ζούσαν ζωντανά.

Το φαινόμενο αυτό δεν είναι απλώς εκνευριστικό ή αγενές προς τους υπόλοιπους θεατές. Αποτελεί ένδειξη μιας βαθύτερης αλλοίωσης του τρόπου με τον οποίο σχετιζόμαστε με την εμπειρία. Αντί να ζούμε το «εδώ και τώρα», σκεφτόμαστε πώς θα το δείξουμε στους διαδικτυακούς μας φίλους. Κι αν κάποτε αυτό θεωρούνταν χαρακτηριστικό των εφήβων, πλέον οι γονείς τους έχουν γίνει εξίσου –αν όχι περισσότερο– παγιδευμένοι σε αυτήν την ψευδαίσθηση επικοινωνίας και κοινωνικής επιβεβαίωσης.

Οι γονείς των social media

Πρόσφατες έρευνες έρχονται να επιβεβαιώσουν αυτή την τάση. Σύμφωνα με μελέτη του Pew Research Center (2024), πάνω από το 70% των γονέων ηλικίας 40-60 ετών στις ΗΠΑ χρησιμοποιεί καθημερινά social media, με τους περισσότερους να αφιερώνουν πάνω από 2 ώρες ημερησίως σε πλατφόρμες όπως το Facebook, το Instagram και το TikTok. Η χρήση αυτή μάλιστα δεν περιορίζεται στην απλή ενημέρωση ή ψυχαγωγία, αλλά αφορά ενεργή ανάρτηση περιεχομένου, συχνά με στόχο την επιβεβαίωση ή την προβολή ενός συγκεκριμένου lifestyle.

Το φαινόμενο παρατηρείται και στην Ελλάδα. Σύμφωνα με στοιχεία του Εργαστηρίου Ψηφιακών Μέσων του Παντείου Πανεπιστημίου (2023), οι χρήστες ηλικίας 45-64 ετών σημείωσαν τη μεγαλύτερη αύξηση στην καθημερινή χρήση social media την τελευταία τριετία, ξεπερνώντας τις νεότερες γενιές σε χρόνο παραμονής στις εφαρμογές.

Πώς εξηγείται αυτό;

Η απάντηση φαίνεται να κρύβεται στη μοναξιά, στην ανάγκη για κοινωνική επαφή, αλλά και στη ματαιοδοξία που ενισχύει ο ψηφιακός κόσμος. Οι γονείς μας, συχνά έχοντας ολοκληρώσει τον βασικό κύκλο των επαγγελματικών και οικογενειακών τους υποχρεώσεων, αναζητούν νέες μορφές αναγνώρισης και επικοινωνίας. Τα social media προσφέρουν αυτή την πλατφόρμα, φιλτραρισμένη και συχνά εξιδανικευμένη. Τα likes και τα σχόλια λειτουργούν ως ένα στοιχείο «επιβράβευσης», δημιουργώντας ένα είδος εθισμού που δεν διαφέρει από εκείνον των εφήβων.

Όμως αυτή η εξάρτηση δεν είναι χωρίς συνέπειες. Πολλοί γονείς αγνοούν ότι με τη συμπεριφορά τους δεν αποτελούν θετικό πρότυπο για τα παιδιά τους. Αν ένας γονέας τραβάει συνεχώς φωτογραφίες στο τραπέζι ή διακόπτει μια συζήτηση για ν’ ανεβάσει μια ανάρτηση, τότε γιατί να πιστέψει το παιδί ότι η χρήση των social πρέπει να έχει όρια; Η συμπεριφορά αυτή υπονομεύει την οικογενειακή επικοινωνία και ενισχύει το πρότυπο του αποσπασμένου, εθισμένου ενήλικα.

Επιπλέον, όταν οι γονείς παραβιάζουν κανόνες θεαμάτων για ν’ απαθανατίσουν στιγμές που δεν τους ανήκουν αποκλειστικά, δεν δίνουν μόνο λάθος μήνυμα για τη χρήση της τεχνολογίας, αλλά και για την κοινωνική ευθύνη, τον σεβασμό και την προσωπική ακεραιότητα.

Ο εθισμός δεν έχει ηλικία

Η εξάρτηση από την τεχνολογία δεν γνωρίζει ηλικίες. Οι περισσότεροι ενήλικες θεωρούν πως έχουν τον έλεγχο της χρήσης τους. Η αλήθεια όμως είναι πως όσο πιο πολύ περνούν χρόνο στα social media, τόσο πιο δύσκολο είναι να απεμπλακούν, ειδικά αν η χρήση τους συνδέεται με συναισθηματικά κενά, άγχος ή ανάγκη για κοινωνική αποδοχή.

Οι γονείς μας, συχνά έχοντας ολοκληρώσει τον βασικό κύκλο των επαγγελματικών και οικογενειακών τους υποχρεώσεων, αναζητούν νέες μορφές αναγνώρισης και επικοινωνίας (Copyright: Unsplash.com)
Οι γονείς μας, συχνά έχοντας ολοκληρώσει τον βασικό κύκλο των επαγγελματικών και οικογενειακών τους υποχρεώσεων, αναζητούν νέες μορφές αναγνώρισης και επικοινωνίας (Copyright: Unsplash.com)

Τα συμπτώματα είναι γνώριμα. Αγχος όταν δεν υπάρχει πρόσβαση στο κινητό, δυσκολία συγκέντρωσης σε φυσικές δραστηριότητες, μειωμένη διάθεση για αλληλεπίδραση χωρίς μεσολάβηση οθόνης, ακόμη και έντονη ευερεθιστότητα όταν κάτι παρεμποδίζει την online παρουσία.

Η ανάγκη για αναστοχασμό

Φυσικά και δεν είναι κακό να χρησιμοποιούν οι γονείς το κινητό ή τα social media. Το πρόβλημα ξεκινά όταν η χρήση μετατρέπεται σε ανάγκη, όταν ο κόσμος του Instagram και του TikTok γίνεται πιο σημαντικός από την πραγματική ζωή, όταν το να καταγράψεις γίνεται σημαντικότερο από το να ζήσεις. Είναι καιρός να αναρωτηθούμε: βλέπουμε συναυλίες για να τις ζήσουμε ή για να τις ανεβάσουμε; Πηγαίνουμε θέατρο για να νιώσουμε ή για να επιδείξουμε πολιτισμικό ενδιαφέρον;

Αν οι γονείς θέλουν πραγματικά να καθοδηγήσουν τα παιδιά τους σε μια υγιή σχέση με την τεχνολογία, πρέπει πρώτα να κοιτάξουν τον εαυτό τους. Το παράδειγμα δεν δίνεται με λόγια, δίνεται με πράξεις.

Ζούμε σε μια εποχή όπου η ψηφιακή τεχνολογία είναι κομμάτι της καθημερινότητάς μας και αυτό δεν είναι απαραίτητα κακό. Όμως απαιτείται μια νέα μορφή ωριμότητας, η «ψηφιακή ωριμότητα». Οι γονείς δεν είναι πια απλώς καθοδηγητές. Είναι και συμμέτοχοι σ’ έναν κόσμο που αλλάζει. Το ερώτημα είναι αν θα γίνουν υπεύθυνοι συνοδοιπόροι ή ασυνείδητοι μιμητές των ίδιων συμπεριφορών που κάποτε κατέκριναν. Το κινητό τηλέφωνο δεν είναι εχθρός. Ο τρόπος που το χρησιμοποιούμε, όμως, μπορεί να γίνει. Και σε αυτό, κανένας γονέας δεν είναι… πολύ μεγάλος για να μάθει.

Πηγή ethnos.gr

Κάντε το πρώτο σχόλιο

Υποβολή απάντησης

Η ηλ. διεύθυνσή σας δεν δημοσιεύεται.


*