Eurostat: Το 75%-80% του µηνιαίου τους εισοδήµατος για την κάλυψη των αναγκών που απορρέουν από τη στέγαση

Νέο κύµα «∆εν πληρώνω» στην αγορά ενοικίασης κατοικιών φοβούνται στην αγορά ακινήτων, καθώς τα ενοίκια συνεχίζουν την ανοδική τους πορεία. Παράλληλα, η εκτόξευση του κόστους διαβίωσης, µέσω του πληθωρισµού τροφίµων και ειδών πρώτης ανάγκης, «τρώει» τα εισοδήματά των νοικοκυριών, µειώνοντας συνεχώς την αγοραστική τους δύναµη.

Το αποτέλεσµα είναι να ακυρώνονται εν τη γενέσει τους οι κυβερνητικές πρωτοβουλίες του προηγούµενου διαστήµατος στο µέτωπο της ενίσχυσης των εισοδηµάτων είτε µέσω της αύξησης του κατώτατου µισθού είτε µέσω των διαφόρων «pass», αλλά και µέσω της µείωσης της φορολογίας.

Με βάση τις έρευνες της Eurostat, υπολογίζεται ότι όσοι µισθώνουν το ακίνητο στο οποίο µένουν καλούνται να καταβάλλουν περίπου το 75%-80% του µηνιαίου τους εισοδήµατος για την κάλυψη των αναγκών που απορρέουν από τη στέγασή τους (µαζί δηλαδή µε έξοδα κοινοχρήστων, θέρµανσης και ∆ΕΚΟ). Είναι προφανές ότι ένα τέτοιο ποσοστό δεν µπορεί να διατηρηθεί επί µακρόν χωρίς να δηµιουργούνται σοβαρά ζητήµατα οικονοµικής επιβίωσης των ανθρώπων αυτών.

Σε πρόσφατη ανάλυσή της, η εταιρεία Recognyte σηµείωσε ότι στην περιοχή της Αττικής εντοπίζεται και το σοβαρότερο ζήτηµα, καθώς το µέσο ενοίκιο σε µηνιαία βάση διαµορφώνεται πλέον σε 684 ευρώ. Αυτό σηµαίνει ότι απαιτούνται 8.208 ευρώ ετησίως µόνο για την καταβολή ενοικίων. Σύµφωνα µε τα στοιχεία της φορολογικής διοίκησης, το µέσο κατά κεφαλήν δηλωθέν εισόδηµα των φορολογουµένων στην Αττική διαµορφώνεται σε 23.430 ευρώ. Αυτό σηµαίνει ότι ο µέσος φορολογούµενος καλείται να πληρώσει το 35% των εισοδηµάτων του σε ενοίκια, όταν µε βάση την ορθή και συνιστώµενη πρακτική διαχείρισης το ποσοστό αυτό δεν πρέπει να ξεπερνά το 30%.

Ασφαλώς, στην πραγµατικότητα η κατάσταση είναι ακόµα χειρότερη, µιας και οι περισσότεροι ιδιωτικοί υπάλληλοι αµείβονται µε περίπου 1.000 ευρώ/µήνα, που µεταφράζεται σε 14.000 ευρώ ετήσια καθαρά εισοδήµατα. Είναι λοιπόν προφανές ότι εργένηδες και µονοµελή νοικοκυριά είναι σχεδόν αδύνατον να επιβιώσουν ως ενοικιαστές στην Αττική.

Έτσι εξηγείται και το γιατί όσοι νέοι δεν έχουν κάνει οικογένεια εξακολουθούν να µένουν µε τους γονείς τους.

Σύµφωνα µε στοιχεία της Eurostat, το 2022 οι νέοι σε ολόκληρη την Ε.Ε. εγκατέλειψαν το πατρικό τους σπίτι κατά µέσο όρο σε ηλικία 26,4 ετών. Την ίδια στιγμή όµως στη χώρα µας ο µέσος Έλληνας και Ελληνίδα έφυγαν από το σπίτι τους σε ηλικία 30 ετών και 7 µηνών, που αποτελεί την τρίτη µεγαλύτερη στην Ευρώπη, πίσω µόνο από την Κροατία και τη Σλοβακία (33,4 και 30,8 έτη, αντίστοιχα).

Οι εξελίξεις αυτές έχουν αρχίσει να γεννούν έντονη ανησυχία σε φορείς της αγοράς ακινήτων, που θεωρούν ότι, αν δεν υπάρξει σταθεροποίηση των τιµών των ενοικίων, αλλά και βελτίωση των οικονοµικών των νοικοκυριών (π.χ. µέσω της υλοποίησης του κυβερνητικού προγράµµατος, που επικεντρώνεται σε µεγάλο βαθµό στην αύξηση των µισθών), θα επιστρέψει ο εφιάλτης της περιόδου της κρίσης, όταν γιγαντώθηκαν τα «φέσια» σε ενοίκια, αλλά και λογαριασµούς ∆ΕΚΟ.

Με βάση τις έρευνες της Eurostat, όσοι µισθώνουν το ακίνητο στο οποίο µένουν καλούνται να καταβάλλουν περίπου το 75%-80% του µηνιαίου εισοδήµατός τους

*Δημοσιεύθηκε στο ένθετο “MoneyPro” της εφημερίδας «Παραπολιτικά» στις 23/9

Κάντε το πρώτο σχόλιο

Υποβολή απάντησης

Η ηλ. διεύθυνσή σας δεν δημοσιεύεται.


*