Ευρεία σύσκεψη, μετά από πρόσκληση του Αντιπεριφερειάρχη Πέλλας κ. Δάνη Τζαμτζή, πραγματοποιήθηκε στην έδρα της Περιφερειακής Ενότητας Πέλλας, με αντικείμενο την κοινή δράση για την προστασία των πλατανιών της Πέλλας από την ασθένεια του μεταχρωματικού έλκους του πλατάνου. Πρόκειται για μία σοβαρή ασθένεια, η οποία προκαλείται από τον μύκητα Ceratocystis platani, η οποία εξαπλώνεται ταχύτατα, προσβάλει τα πλατάνια και προκαλεί τη νέκρωσή τους. Δυστυχώς, αν ένα δένδρο προσβληθεί από την ασθένεια, είναι καταδικασμένο και δεν υπάρχει τρόπος διάσωσής του.
Όπως επισήμανε ο Αντιπεριφερειάρχης Πέλλας, «είναι αδύνατο να φανταστούμε την Πέλλα χωρίς τα πλατάνια της, τα οποία ομορφαίνουν τους δρόμους, τις πλατείες και με την σκιά τους συμβάλλουν στη δημιουργία ενός εξαιρετικά δροσερού μικροκλίματος, για αναψυχή και χαλάρωση, τους καλοκαιρινούς μήνες».
Στη σύσκεψη συζητήθηκαν όλα τα μέτρα που χρειάζεται να λαμβάνονται από τους φορείς, προκειμένου να περιοριστεί και να εξαλειφθεί ο κίνδυνος εξάπλωσης του ιού και προσβολής των πλατανιών στην περιοχή μας. Να σημειωθεί ότι η κοπή πλατάνου απαγορεύεται από τη νομοθεσία, χωρίς ειδική άδεια που λαμβάνεται από τις δασικές υπηρεσίες, λόγω της ιδιαίτερα υψηλής οικολογικής αξίας του είδους και την τεράστιας συμβολής του στη διατήρηση της οικολογικής ισορροπίας τοπικά. Το κλάδεμα των πλατανιών, όπου χρειάζεται να γίνει, συχνά και για λόγους ασφάλειας διερχόμενων προσώπων και οχημάτων, πραγματοποιείται μόνο με τη λήψη άδειας και ειδικών μέτρων.
Στη σύσκεψη συμμετείχαν εκπρόσωποι των Δήμων, της Αστυνομίας, της Πυροσβεστικής, της ΙΙας Μ/Κ Μεραρχίας Πεζικού, καθώς και εκπρόσωποι εργοληπτών δημόσιων έργων και υπηρεσιακοί παράγοντες. Στη συνέχεια παρουσιάζονται μερικές ειδικότερες πληροφορίες για την ασθένειας και τα μέτρα περιορισμού της διάδοσής της.
Ο μύκητας Ceratocystis platani προκαλεί την ασθένεια του μεταχρωματικού έλκους του πλατάνου, η οποία είναι μία από τις σημαντικότερες ασθένειες δασικών δένδρων, καθώς έχει τη δυνατότητα να νεκρώσει πλατάνια οποιουδήποτε μεγέθους και ηλικίας. Στην Ελλάδα ο μύκητας εντοπίστηκε για πρώτη φορά το 2003 και έχει εισαχθεί, κατά πάσα πιθανότητα, με πολλαπλασιαστικό υλικό από την Ιταλία, χωρίς να αποκλείεται όμως η είσοδός του με κάποιο μολυσμένο μηχάνημα ή εργαλείο ή ακόμα και με ξύλο από προσβεβλημένα δένδρα που χρησιμοποιήθηκε ως υλικό συσκευασίας (Tsopelas & Angelopoulos 2004, Ocasio-Morales κ.ά. 2007). Από την εμφάνισή του μέχρι σήμερα, έχει νεκρώσει χιλιάδες άτομα πλατάνου καταστρέφοντας φυσικά οικοσυστήματα, αλλά και σημαντικό αριθμό ατόμων πλατάνου σε κατοικημένες περιοχές της χώρας.
Ο μύκητας Ceratocystis platani προσβάλει μόνο είδη του γένους Platanus. Ο ανατολικός πλάτανος (Platanus orientalis) που απαντάται στα φυσικά οικοσυστήματα της Ελλάδας είναι ιδιαίτερα ευπαθής στην ασθένεια και προκειμένου να μην αφανιστεί ολοκληρωτικά το είδος, είναι απαραίτητο να ληφθούν προληπτικά μέτρα για την αποτροπή της επέκτασης του παθογόνου.
Πιο συγκεκριμένα, ο μύκητας C. platani εισέρχεται στους ιστούς των φυτών από πληγές στον κορμό, στα κλαδιά ή στις ρίζες τους. Σε κάθε εστία προσβολής, το παθογόνο διαδίδεται υπογείως από τα προσβεβλημένα δένδρα στα γειτονικά υγιή με την επαφή και αναστόμωση των ριζών τους (Panconesi 1999). Αυτός ο τρόπος διάδοσης της ασθένειας είναι πολύ συχνός σε φυσικά οικοσυστήματα πλατάνου κατά μήκος ποταμών και χειμάρρων, όπου τα δένδρα αναπτύσσονται το ένα δίπλα στο άλλο, με το ριζικό τους σύστημα να έρχεται σε επαφή.
Σε ποταμούς και χείμαρρους, ο μύκητας διαδίδεται προς τα κατάντη με κορμούς και κλαδιά προσβεβλημένων νεκρών δένδρων, που σπάζουν και μεταφέρονται με το υδάτινο ρεύμα. Έτσι, δημιουργούνται νέες προσβολές στην παραποτάμια βλάστηση, από πληγές στο κατώτερο τμήμα του κορμού και των ριζών.
Ο βασικότερος τρόπος διασποράς του μύκητα, σε μεγάλες ή μικρότερες αποστάσεις, είναι οι ανθρώπινες δραστηριότητες και συγκεκριμένα:
- με τη χρήση μολυσμένου πολλαπλασιαστικού υλικού ή ξύλου, από προσβεβλημένα άτομα σαν υλικό συσκευασίας
- με τη χρήση εκσκαπτικών μηχανημάτων σε ποτάμια ή δρόμους όπου υπάρχουν εστίες προσβολής, τα οποία γίνονται φορείς του μύκητα με την μεταφορά μολυσμένου χώματος που παραμένει προσκολλημένο σε αυτά, δημιουργώντας νέες εστίες
- με τη χρήση εργαλείων κλάδευσης και υλοτομίας των δένδρων εάν δεν ληφθούν τα κατάλληλα μέτρα κατά την χρήση τους, καθώς ακόμη και το πριονίδι που προκύπτει από την υλοτομία μπορεί να μεταφερθεί σε μεγάλες αποστάσεις με τον άνεμο, με διερχόμενα αυτοκίνητα ή ακόμη και με το νερό των ποταμών.
Επισημαίνεται ότι ο μύκητας επιβιώνει και στο ξύλο των νεκρών δένδρων, για μεγάλα χρονικά διαστήματα και, επίσης, μπορεί να επιβιώσει υπό μορφή σπορίων, στο νερό ποταμών και στο έδαφος.
H καταπολέμηση του μύκητα είναι δύσκολη και αναποτελεσματική, ιδιαίτερα όταν οι εστίες προσβολής καταλαμβάνουν μεγάλες εκτάσεις στα φυσικά οικοσυστήματα πλατάνου, κατά μήκος ποταμών και χειμάρρων, γι’ αυτό επιβάλλεται:
- Έγκαιρη διάγνωση της ασθένειας
- Λήψη προληπτικών μέτρων ανάσχεσης της επέκτασης του παθογόνου, όπως:
- Ενημέρωση πολιτών και υπηρεσιών που σχετίζονται με Δημόσια έργα (ΟΤΑ, ΔΕΗ, ΟΤΕ κλπ), για τον κίνδυνο διάδοσης της ασθένειας.
- Φυτοϋγειονομικοί έλεγχοι για έγκαιρη διάγνωση νέων εστιών προσβολής, καθώς σε μικρές εστίες προσβολής μπορεί να γίνει εκρίζωση του μύκητα.
- Έλεγχοι φυτωρίων διακίνησης πολλαπλασιαστικού υλικού.
- Χρήση ανθεκτικών υβριδίων στο παθογόνο σε νέες φυτεύσεις.
Πέρα από τα παραπάνω για την αντιμετώπιση της ασθένειας σε περιοχές που έχει εντοπιστεί ο μύκητας, εκδόθηκε η υπ’ αριθμ. 119999 ΚΥΑ (ΦΕΚ 1454/Β΄/22-9-2004) «Μέτρα επείγοντος χαρακτήρα για τον περιορισμό και την εξάλειψη του επιβλαβούς οργανισμού C. platani που προκαλεί την ασθένεια του μεταχρωματικού έλκους του πλατάνου», στην οποία περιγράφονται αναλυτικά τα μέτρα που πρέπει να εφαρμόσουν οι αρμόδιες αρχές στις υπάρχουσες εστίες προσβολής.
Πηγή πληροφοριών: Ινστιτούτο Μεσογειακών & Δασικών Οικοσυστημάτων ΕΛ.Γ.Ο. «ΔΗΜΗΤΡΑ» (www.fria.gr/platanos)
Κάντε το πρώτο σχόλιο